ad2
Με την ευθύνη του Έλληνα Πολίτη και του επιστήμονα, καθώς και με βάση τις επιστημονικές μου γνώσεις για το συμφέρον του Ελληνικού Λαού, διατυπώνω τις ακόλουθες θέσεις για τη Συμφωνία των Πρεσπών:
1. Πολιτικά, η Συμφωνία των Πρεσπών, ως πράξη εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας, είναι απαράδεκτη:
α. Γιατί αποτελεί παραχώρηση κυριαρχικού δικαιώματος, η οποία εξυπηρετεί κυριαρχικά και γεωπολιτικά συμφέροντα μόνο ξένων κρατών, ενώ αντίστοιχα βλάπτει ουσιαστικά τα συμφέροντα της Ελληνικής Πολιτείας.
β. Γιατί απειλεί και μειώνει καίρια: την ασφάλεια της εδαφικής κυριαρχίας.
γ. Γιατί αμφισβητεί σοβαρά την εθνική, την ιστορική και την πολιτισμική ταυτότητα της Ελλάδας.
2. Νομικά (από πλευράς κύρους), η Συμφωνία των Πρεσπών είναι άκυρη και ανυπόστατη, γιατί ουσιαστικά και διαδικαστικά παραβιάζει:
α. Το Σύνταγμα της Ελλάδας,
β. Το Σύνταγμα των Σκοπίων και
γ. Το Διεθνές Δίκαιο.
3. Η παραβίαση του Συντάγματος της Ελλάδας:
α. Είναι ουσιαστική, γιατί η κυβερνητική απόφαση παραβιάζει την αρχή προστασίας της Κυριαρχίας της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο χειρισμός του θέματος παραβίασε ήδη και παραβιάζει τη δημοκρατική αρχή και την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.
β. Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι ανυπόστατη λόγω του ότι περιέχει παραχώρηση κυριαρχικού δικαιώματος, το οποίο δεν μπορεί, σύμφωνα με το Σύνταγμα, να είναι αντικείμενο ούτε διεθνούς σύμβασης, ούτε άσκησης κυβερνητικής και νομοθετικής εξουσίας. Το όνομα «Μακεδονία», δεν αποτελεί απλώς περιορισμό εθνικής κυριαρχίας ή ούτε μεταφορά αρμοδιοτήτων σε διεθνείς οργανισμούς, βάσει πάντοτε εθνικού συμφέροντος, που να αναγνωρίζεται ως τέτοιο από το Σύνταγμα, αλλά παραχώρηση στοιχείου ταυτότητας ης Ελλάδας, ως κυρίαρχου κράτους. Αυτό αποτελεί κυριαρχικό δικαίωμα και δεν υπόκειται σε καμιά συντεταγμένη εξουσία.
β. Είναι διαδικαστική τόσο με βάση το Σύνταγμα, όσο και με βάση το Διεθνές Δίκαιο.
4. Η παραβίαση του Συντάγματος των Σκοπίων είναι αμφίδρομη:
β. Η αναθεώρηση του Συντάγματος των Σκοπίων δεν τήρησε τη Συμφωνία των Πρεσπών, άρα, η τελευταία είναι, σύμφωνα με το αναθεωρημένο Σύνταγμα, αντισυνταγματική, ενώ η Συμφωνία, αν και ήδη ανυπόστατη, υπόκειται σε καταγγελία για μη τήρησή της από την αντισυμβαλλόμενη Χώρα ως προς την αναθεώρηση.
5. Η παραβίαση του Διεθνούς δικαίου είναι ουσιαστική και τυπική:
α. Είναι τυπική, (είναι τυπικά άκυρη), γιατί δεν τηρήθηκαν οι κανόνες σύναψης και κύρωσης της Σύμβασης, που ορίζουν τα Συντάγματα και των δύο Χωρών.
β. Είναι ουσιαστική, γιατί ως άκυρη Σύμβαση αποτελεί παραβίαση της Κυριαρχίας της Ελλάδας και της συνταγματικής τάξης και των δύο μερών.
Β. Με βάση τις παραπάνω θέσεις μου, απευθύνομαι προς στους πολιτικούς αντιπροσώπους του Ελληνικού Λαού, που έδωσαν τον όρκο πίστης στην πατρίδα και στη Δημοκρατία και τήρησης του Συντάγματος και κάνω με πλήρη συνείδηση την ακόλουθη έκκληση και δήλωση:
1. Να μην παραβιάσουν τον όρκο τους απέναντι στον Ελληνικό Λαό, ψηφίζοντας υπέρ της αντισυνταγματικής αυτής Συμφωνίας, η οποία παραβιάζει και απειλεί ζωτικά συμφέροντα κυριαρχίας της Ελλάδας.
2. Εάν, παρ’ ελπίδα, υπάρξει πλειοψηφία αντιπροσώπων του Λαού, που θα υπερψηφίσουν τη Συμφωνία των Πρεσπών, παραβιάζοντας το Σύνταγμα και τον όρκο τους, η εν λόγω Συμφωνία δεν θα έχει καμμιά απολύτως ισχύ και δε δημιουργεί καμιά υποχρέωση για την Ελλάδα. Την επόμενη ο Ελληνικό Λαός θα έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση να συνεχίσει τον Αγώνα.
19 Ιανουαρίου 2019
Ομ. Καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου
στο Πανεπιστήμιο Αθηνών